Στις τελευταίες συνεδριάσεις των μεγάλων κεντρικών τραπεζών για το 2023 αναζητούν οι αγορές το «χρησμό» της πορείας των επιτοκίων και για το 2024 μετά τις μεγάλες αυξήσεις στο κόστος δανεισμού λόγω του ράλι του πληθωρισμού. Τα μάτια είναι στραμμένα στις συνεδριάσεις σε ΗΠΑ, ΕΚΤ, Βρετανία, Ελβετία, Νορβηγία, Ρωσία και Βραζιλία, με το μεγαλύτερο ενδιαφέρον να επικεντρώνεται στην Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ την Τετάρτη και τις Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και Τράπεζα της Αγγλίας την Πέμπτη.
Κεντρικές τράπεζες: Γιατί ανησυχούν με τις αυξήσεις μισθών
Από αυτές τις τρεις οι αγορές περιμένουν κάποιο σήμα για το πώς θα εξελιχθεί το κόστος δανεισμού τους επόμενους μήνες, με τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής όμως να έχουν δύσκολο έργο στα χέρια τους. Από τη μια θα ήθελαν να δώσουν μια ακόμη νότα αισιοδοξίας μετά από ενάμισι περίπου χρόνο μεγάλων αυξήσεων, αλλά και από την άλλη θα προτιμούσαν -όπως όλα δείχνουν- να στείλουν σήμα ότι εξακολουθεί να χρειάζεται περισσότερη προσπάθεια για να αντιμετωπιστεί η άνοδος των τιμών.
Προς το παρόν στις αγορές τα στοιχεία των τελευταίων εβδομάδων που δείχνουν μείωση του πληθωρισμού έχουν δημιουργήσει προσδοκίες ότι το 2024 θα είναι έτος χαλάρωσης της νομισματικής πολιτικής.
Η FED
Η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ, η οποία θα ανακοινώσει τις αποφάσεις νομισματικής πολιτικής πριν από τις ΕΚΤ και BoE, αντιμετωπίζει την πιο δύσκολη, ίσως, προσπάθεια επικοινωνιακής ισορροπίας. Αυτό συμβαίνει επειδή ειδικά στις ΗΠΑ έχουν αυξηθεί περισσότερο οι προβλέψεις από οίκους, τράπεζες και άλλους παράγοντες της αγοράς πως ο επικεφαλής της ομοσπονδιακής τράπεζας Τζερόμ Πάουελ σύντομα θα αλλάξει πορεία και θα προχωρήσει σε μειώσεις μέσα στο επόμενο έτος –νωρίτερα μάλιστα από ότι είχε αρχικά υπολογιστεί.
Ήδη ο Πάουελ έχει επιδιώξει να μετριάσει αυτές τις προσδοκίες, χαρακτηρίζοντας ως πρόωρη οποιαδήποτε συζήτηση για το πώς θα κινηθεί το κόστος δανεισμού σε δολάρια από εδώ και πέρα. Η FED την Τετάρτη αναμένεται να διατηρήσει αμετάβλητο το επιτόκιο αναφοράς της, στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων δύο δεκαετιών καθώς οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής αξιολογούν τον αντίκτυπο της επιθετικής σειράς αυξήσεων από τις αρχές του 2022 και μετά που οδήγησαν το κόστος δανεισμού στο εύρος 5,25%-5,50%.
Ο βασικός δείκτης τιμών καταναλωτή στις ΗΠΑ φαίνεται να ενισχύει τις προσδοκίες ότι ο Πάουελ θα κάνει διπλή αναφορά, αναγνωρίζοντας τόσο την πρόοδο που σημειώθηκε στον πληθωρισμό όσο και τους κινδύνους επίμονων πιέσεων στις τιμές.
Η ΕΚΤ και η BoE
Όσον αφορά την ΕΚΤ, η πρόεδρος Κριστίν Λαγκάρντ αναμένεται να διατηρήσει κι αυτή αμετάβλητο το κόστος δανεισμού σε ευρώ την Πέμπτη. Το πιο δύσκολο στην τελευταία συνεδρίαση της ΕΚΤ για το έτος θα είναι να μπορέσει η κεντρική τράπεζα να μετριάσει τις προσδοκίες της αγοράς για μείωση επιτοκίων τον Απρίλιο. Τις τελευταίες ημέρες έχουν αυξηθεί οι προσδοκίες αυτές για μείωση της τάξης των 25 μονάδων βάσης, από το 4% σήμερα. Οι προσδοκίες αυτές αυξήθηκαν μετά από δηλώσεις από το μέλος του Εκτελεστικού Συμβουλίου της ΕΚΤ Ισαμπέλ Σνάμπελ η οποία χαρακτήρισε την επιβράδυνση του πληθωρισμού ως αξιοσημείωτη και ότι είναι πλέον απίθανη περαιτέρω αύξηση των επιτοκίων. Την ίδια στιγμή το μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΚΤ, ο Πέτερ Κάζιμιρ χαρακτήρισε τις προσδοκίες για μείωση των επιτοκίων το πρώτο τρίμηνο του 2024 ως σενάριο επιστημονικής φαντασίας, όπως είπε.
Στην ευρωζώνη η κατάσταση είναι πιο διαφορετική από τις ΗΠΑ αφού οι χώρες του ευρώ κινδυνεύουν να βρεθούν σε ύφεση. Τα μέλη της ΕΚΤ φέρονται ότι δεν είναι πλήρως πεπεισμένα πως ο κίνδυνος για τις τιμές καταναλωτή έχει περάσει και θέλουν να κερδίσουν περισσότερο χρόνο για να επανεκτιμήσουν την κατάσταση.
Και η Τράπεζα της Αγγλίας αναμένεται να διατηρήσει τα επιτόκια της στερλίνας στα τρέχοντα επίπεδα του 5,25% για τρίτη συνεχόμενη συνεδρίαση και να δώσει σήμα ότι η καταπολέμηση του πληθωρισμού απέχει πολύ από το να έχει ολοκληρωθεί.
ΠΗΓΗ: OT.GR του Γιώργου Κανελλόπουλου