Αν παρακολουθείτε τακτικά κάποια ΜΜΕ οικονομικής θεματολογίας, θα έχετε συναντήσει τον όρο indexing ή index investing. Παρόλο που ο όρος χρησιμοποιείται, διαπιστώσει ότι πολύ λίγοι αντιλαμβάνονται το νόημά του. Στα βασικά: ποτέ δεν επενδύετε απευθείας σε έναν δείκτη.
Η συζήτηση αφορά αμοιβαία κεφάλαια δεικτών. Οπότε ας δούμε 7 λάθη που κάνουν συχνά οι επενδυτές και πώς μπορείτε να διαμορφώσετε ένα αποδοτικό χαρτοφυλάκιο.
Κεφάλαια δείκτη
Ο δείκτης απαρτίζεται από μια σειρά μετοχών και μετρά την επίδοση του χαροφυλακίου σας στο πλαίσιο της επενδυτικής του κατηγορίας. Για παράδειγμα, αν θέλετε να επενδύσετε σε ένα χαρτοφυλάκιο large caps, ο δείκτης με τον οποίο θα συγκρίνετε το χαρτοφυλάκιό σας θα είναι ο S&P 500, ο οποίος περιλαμβάνει τις 500 μεγαλύτερες -βάσει κεφαλαιοποίησης- εισηγμένες στο αμερικανικό χρηματιστήριο.
Το index investing έχει γίνει δημοφιλής επενδυτική στρατηγική τα τελευταία χρόνια, όμως αριθμεί πάνω 70 χρόνια ζωής. Το 1951 ο Jack Bogle, μετέπειτα ιδρυτής του Ομίλου Vanguard, έγραψε μια διατριβή όπου ανέλυε πώς οι επενδυτές που επιλέγουν μεμονωμένες μετοχές και προσπαθούν να πιάσουν τον σφυγμό της αγοράς κινδυνεύουν περισσότερο να χάσουν χρήματα από ό,τι εάν επένδυαν σε μια λίστα μετοχών, σε έναν δείκτη. Σήμερα, υπάρχουν εκατοντάδες αμοιβαία κεφάλαια που προσπαθούν να “μιμηθούν” τους δείκτες.
Ας δούμε τα 7 πιο συνηθισμένα λάθη στο index investing:
Η μοναδική επιλογή
Μεταξύ μεμονωμένου τίτλου και μεμονωμένου αμοιβαίου κεφαλαίου δείκτη, η αναμενόμενη απόδοση προσαρμοσμένη στον κίνδυνο και η διαφοροποίηση θα είναι μεγαλύτερη αν επενδύσετε σε ένα αμοιβαίο κεφάλαιο δείκτη. Ωστόσο, η επιλογή ενός -και μόνο- αμοιβαίου κεφαλαίου δείκτη συνήθως δεν παρέχει πλήρη διαφοροποίηση.
Μη ουσιαστική διαφοροποίηση
Πολλοί επενδυτές ακολουθούν τον S&P 500, ο οποίος απαρτίζεται από μεγάλες εταιρείες με έδρα στις ΗΠΑ. Για να διαφοροποιήσουν το χαρτοφυλάκιό τους, οι ίδιοι επενδυτές προσθέτουν ένα αμοιβαίο κεφάλαιο δείκτη μεγάλων εταιρειών με διαφορετικό διαχειριστή. Ουσιαστικά επενδύουν στις ίδιες μετοχές, οπότε τα οφέλη τους από τη διαφοροποίηση δεν θα είναι σημαντικά..
O μεγαλύτερος δεν είναι και ο καλύτερος
Πολλοί εκπλήσσονται όταν πληροφορούνται ότι οι δείκτες των large caps δεν έχουν ιστορικά τις υψηλότερες αποδόσεις. Σύμφωνα με τα στοιχεία που συλλέγονται από το 1926, οι small caps είχαν στην πραγματικότητα υψηλότερες αποδόσεις κατά μέσο όρο 2% σε σύγκριση με τις large caps. Ο Russell 2000 είναι ένα δημοφιλές παράδειγμα δείκτη small caps.
Μη διαφοροποίηση σε παγκόσμια κλίμακα
Η επένδυση μόνο στον S&P 500 αγνοεί επίσης τα εν δυνάμει οφέλη από μια επένδυση σε διεθνές επίπεδο. Πολλοί επενδυτές βγαίνουν κερδισμένοι αγοράζοντας μετοχές τόσο από αναδυόμενες οικονομίες (όπως η Ινδία) όσο και από ανεπτυγμένες (όπως η Ιαπωνία). Οι Ηνωμένες Πολιτείες συγκεντρώνουν το 70% της παγκόσμιας κεφαλαιοποίησης, ενώ το 30% μοιράζεται σε άλλες χώρες. Ένα διαφοροποιημένο -και γεωγραφικά- χαρτοφυλάκιο θα αποφέρει κέρδη στους επενδυτές όπου στον κόσμο και αν εμφανιστεί η ευκαιρία.
Ψάχνοντας τον σφυγμό της αγοράς
Πολλές έρευνες δείχνουν ότι το να πιάσεις τον σφυγμό της αγοράς δεν είναι αποδοτική μέθοδος. Παρόλα αυτά, καθημερινά επενδυτές προσπαθούν να το πετύχουν. Αν πιστεύετε ότι το index investing είναι η καλύτερη στρατηγική για το χαρτοφυλάκιό σας, αλλά μόλις πέφτει μια μετοχή πουλάτε τη θέση σας ή προσπαθείτε να ποντάρετε σε έναν τομέα (όπως η ενέργεια ή η τεχνολογία) που πιστεύετε ότι θα ενισχυθεί δεν μπορείτε να αποκομίσετε το μέγιστο δυνατό κέρδος για μεγάλες χρονικές περιόδους.
Μη ανοχή στον κίνδυνο
Κάθε επενδυτής πρέπει να επενδύει με βάσει τον στόχο του και την αντοχή του στον κίνδυνο. Κάποτε ένας επενδυτής μου είπε: “Είμαι αρκετά συντηρητικός επενδυτής, τα κεφάλαιά μου είναι τοποθετημένα σε ένα αμοιβαίο κεφάλαιο S&P 500”.
Ένα αμοιβαίο κεφάλαιο με βάση τους χρηματιστηριακούς δείκτες, ανεξάρτητα από το πόσο καλά διαφοροποιημένο είναι, θεωρείται μια επιθετική επένδυση. Ένας επενδυτής σε ένα χαρτοφυλάκιο που αποτελείται αποκλειστικά από μετοχές θα πρέπει να έχει υψηλή ανοχή στον κίνδυνο και μακροπρόθεσμο ορίζοντα.
Οι επενδυτές που δεν έχουν αυτό το προφίλ μπορούν να εξετάσουν το ενδεχόμενο να προσθέσουν στο χαρτοφυλάκιό τους περιουσιακά στοιχεία σταθερού εισοδήματος. Άλλωστε, υπάρχει μεγάλη γκάμα αμοιβαίων κεφαλαίων δείκτη σταθερού εισοδήματος.
Αποτυχία στο rebalancing
Οι δείκτες αναπροσαρμόζονται αυτομάτως ανάλογα με το ποιες εταιρείες προστίθενται ή αφαιρούνται από τον εκάστοτε δείκτη. Ωστόσο, αν δημιουργήσετε ένα χαρτοφυλάκιο και δεν το επαναπροσδιορίσετε, πιθανό με την πάροδο του χρόνου να καταλήξετε με ένα πολύ διαφορετικό χαρτοφυλάκιο από αυτό που είχατε σχεδιάσει αρχικά.
Ας υποθέσουμε ότι είστε ένας μέσαίας τάξης επενδυτής και το χαρτοφυλάκιό σας αποτελείται κατά 60% από μετοχές και κατά 40% από ομόλογα. Αν δεν το αναδιαμορφώσετε επί 25 χρόνια, μάλλον θα αυξηθεί το μερίδιο των μετοχών σε βάρος των ομολόγων, αφού οι χρηματιστηριακοί τίτλοι έχουν τάση να υπεραποδίδουν με την άροδο του χρόνου. Αν υποθέσουμε ότι πλέον το χαρτοφυλάκιό σας είναι κατά 85% μετοχές και κατά 15% ομόλογα, τότε θα έχει να αντιμετωπίσει μεγαλύτερα ρίσκα όσο θα πλησιάζετε στη συνταξιοδότηση. Γι’ αυτό είναι σημαντικό το rebalancing του χαρτοφυλακίου σας, ώστε να διατηρείτε τα περιουσιακά σας στοιχεία στην κατανομή που εξαρχής επιθυμούσατε.
ΠΗΓΗ: FORBESGREECE.GR – Της Cicely Jones